"Το Παιχνίδι" του Άνθιμου Κατιρτζόγλου
Αφορμώμενη:
"Από την ειμαρμένη του, ουδείς δεν πρόκειται να ξεφύγει. Αναπόδραστη γαρ η μοίρα.
Τικ τακ…Τικ τακ. Το ρολόι αμείλικτο. Το σκηνικό ρολόι με τα τρίγωνα και τα τετράγωνα είναι επιβλητικό και υποβλητικό μιας συνείδησης πάσχουσας. Αποτελεί το έδαφος πάνω στο οποίο κινούνται έξι άνθρωποι ρομπότ. Ανησυχούν, βλέπετε, μήπως χάσουν τα βήματά τους πίσω και μπρος από τη λαίλαπα του χωρόχρονου, που σαν μαστίγιο τούς ακολουθεί.
Κι εγώ εκεί. Κείτομαι στους κύβους τρεμάμενη, σπάζοντας το σώμα μου σε κομμάτια. Αλλού το χέρι, αλλού το πόδι. Μιλιά δεν έχω. Το πρόσωπό μου μιλάει μια άγνωστη γλώσσα. Στο δάσος του παιχνιδιού μου, παραμένω σαν ένα λιοντάρι γεμάτο βρυχηθμό, περιμένοντας να κατασπαράξω τον κυνηγό μου. Θα αλλάξω το παραμύθι. Άλλωστε, ποιος είναι αυτός που γράφοντας παραμύθια προοιωνίζει την κατάληξή τους; Ο παραμυθατζής έχει τη δύναμη να αλλάξει την ιστορία, όπως εκείνος γουστάρει.
Κάπου μια πινακίδα πεσμένη δείχνει το WC. Βρώμικο κι αυτό, σαν τις ψυχές που υποθάλπουν την ενοχή. Τη βλέπουμε στα όνειρά μας, αμείλικτα κι αυτά. Στο παιχνίδι όμως αυτό, οι ενοχές μετουσιώνονται σε κάτι πέραν των ονείρων. Γίνονται το εδώ και τώρα μας.
Ένα εδώ και τώρα μυρίζει και γεύεται πτι-φουρ. Ο παραμυθατζής κερνάει αβέρτα. Σέβεται όποιον αφουγκράζεται το δικό του παραμύθι.
Μια μπάλα με χιλιάδες ευρώ στέκεται αγέρωχη πάνω από τα κεφάλια μας. Κραυγάζει το λιοντάρι και τον κυνηγό. Κανείς όμως άλλος δεν το ακούει. Είναι όλοι χαμένοι στο περπάτημα των τακουνιών και των βαριών πελμάτων.
Τρεις μήνες πριν, μια βροχερή ημέρα. Και μετά εδώ. Και μετά 99 ημέρες έως το Πάσχα. Η λύτρωση περιμένει έναν κρότο του όπλου. Η΄ μήπως έναν άλλον;
Ο τσιγκούνης με μια λάμπα την έβγαλε…Και μισό κιλό κουλουράκια. Όλη τη δουλειά εγώ θα τη βγάλω. Με το ραγισμένο μου σώμα και τη στεντόρεια κραυγή μου, θα προκαλέσω την κάθαρση.
Μοιάζεις με μια σταχτοπούτα. Στις 12 η χρυσή άμαξα θα γίνει κολοκύθα και θα σε μετατρέψει σε ένα πρώην τίποτα. Εσύ θα βρεις μια φίλη, θα το δεις. Θα είμαι εγώ εκεί. Κι εσύ, ο άλλος, θα μετατραπείς στο τίποτα του τώρα. Είδες πόσες εναλλαγές κρύβουν τα παραμύθια; Γελάς, αλλά δεν γνωρίζεις τον βαθύτερο πυρήνα τους. Όχι, δε γράφτηκαν για τα παιδιά. Δείχνουν τους γονείς, σαν χορός αρχαίας τραγωδίας που γράφτηκε όχι για τον παθόντα, αλλά για τον θύτη που πάσχει σαν άτεγκτος κυνηγός της απενοχοποίησής του.
Είσαι ένα τίποτα, ψιθυρίζει ο λαγός στη χελώνα. Τρέχει γρήγορα, αλλά η χελώνα πάντα κερδίζει. Γιατί η κομπορρημοσύνη καταδικάζεται από την ειμαρμένη, σαν ο άλλοτε φτωχός συγγενής της.
Δεν υπάρχουν σκαθάρια για σένα. Όσο και να ψεκάσεις, η βρώμα δε φεύγει. Ο άνεργος ταξιτζής δε θα βγάλει την ταρίφα της ημέρας. Και ο πλούσιος τραπεζίτης θα χρεωθεί ένα μόνο ευρώ. Αν και όλοι βλέπουμε την μπάλα ψηλά, δε θα κατορθώσουμε να την φτάσουμε. Πρέπει να ανέλθουμε, να γίνουμε επιτέλους άνθρωποι, άνθρωποι που δε φοβούνται τα παραμύθια. Τα δεμένα μας μάτια αποκαλύπτονται σε αυτό το ρυθμικό τικ τακ και στα τακούνια των δεικτών του ρολογιού.
Είσαι μια πριγκίπισσα με κόκκινο σακάκι. Τα έχασες όλα και θες κι οι άλλοι να τα χάσουν. Παίζεις άραγε δίκαια; Όσες φορές κι αν σε ρίξουν στο πάτωμα, θα σηκωθείς. Τα τακούνια ουδέποτε σού βγαίνουν. Κι αυτό τι σου λέει; Δεν καταλαβαίνεις πως η μπάλα είναι επίτηδες ψηλά, ενώ εσύ φλερτάρεις με ένα πάτωμα; Χειρουργός κι όχι χειρούργος, επιμένεις στον τόνο. Άλλαξέ τον και δε θα χάσεις. Η ευθύνη της ενοχής είναι πολύ μεγάλη, αλλά πνίγει αυτόν που απομακρύνει το βλέμμα του από αυτήν.
Οι κονσέρβες γατοτροφής δεν έκαναν ποτέ κακό σε κανέναν. Ίσως θα ήταν ωραίο να είχες κι εσύ μια γάτα. Η έκτη αίσθηση σε περιμένει. Όμως εσύ εκεί. Ατενίζεις την μπάλα.
72.000 followers. Τι ακολουθούν; Αναρωτήθηκες γιατί λέγονται έτσι, κι εσύ απλά το δέχεσαι;
3 μήνες. 4 ημέρες. 3 ώρες και 10 λεπτά. Η εικονική πραγματικότητα σε κυνηγά σαν στυγνός καθρέπτης ραγισμένος με ρυτίδες. Κι όμως, σηκώθηκες κι έφυγες. Μια βροχερή ημέρα, σαν καμία άλλη.
Θωπεύω τα παιχνίδια μιας παιδικής ηλικίας που ξαστόχησε. Αφουγκράζομαι το τικ και το τακ, τα τακούνια, τους βρυχηθμούς, τα σκάσε, τις φωνές, τους θρήνους, το μασούλημα των πτι-φουρ, τα χαρτονομίσματα στην μπάλα, τον ήχο των τετραγώνων, των τριγώνων, των κύβων, τα μυρμήγκια, τα σκαθάρια, τα κουτάλια στον σοκολατένιο κορμό ενός νεκρού, τα δάχτυλα που δείχνουν, το θρόισμα των φύλλων στο δάσος.
Με λένε Αγνή.
Η κάθαρση δε θα αργήσει να χτυπήσει την κλειδωμένη μας πόρτα. Και μετά…παραμύθι".
Στον ιδιαίτερα ατμοσφαιρικό και οικείο πια χώρο του Θεάτρου Σοφούλη, έξι ηθοποιοί μάς καλωσορίζουν στο «Παιχνίδι» του Άνθιμου Κατιρτζόγλου, σε σκηνοθεσία των Άνθιμου Κατιρτζόγλου και Δημήτριου Χατζηθεοδοσίου, ένα απαιτητικό και δυνατό δράμα χαρακτήρων με άφθονα κωμικά στοιχεία, ρίχνοντας φως στις σκοτεινές και άδηλες πτυχές του έργου, συναντώντας τους χαρακτήρες που υποδύονται και αποκαλύπτοντάς τους.
Το ερώτημα που τίθεται είναι εάν τελικά τα πρόσωπα αυτά στο τέλος καθαίρονται, διαμορφώνουν έστω και μια στοιχειώδη επαφή με το εσωτερικό τους γίγνεσθαι, αποκτούν μια ρανίδα προσωπικής υγιούς ταυτότητας ή όχι. Την απάντηση θα τη λάβουμε από την ίδια τη σκηνή του θεάτρου. Μην το χάσετε.
Η υπόθεση του έργου:
Ένας διευθυντής τράπεζας με την κόρη του, μία διευθύντρια κλινικής, ένας άνεργος ταξιτζής, μία Instagram influencer και ένας διευθυντής παραγωγής βιοδιασπώμενων καλαμακίων βρίσκονται σε έναν άγνωστο χώρο, για να κερδίσουν ένα εκατομμύριο ευρώ. Οι οικονομικές ανάγκες του καθενός, αλλά και κάποια μυστικά τους, τους αναγκάζουν να παίξουν ένα παιχνίδι, όπου μόνο ένας θα κερδίσει το ποσό.
Ποιος είναι ο πραγματικός λόγος που βρίσκονται εκεί;
Εσείς; Τι θα κάνατε αν κάποιος σας έστελνε ένα email και σας έλεγε ότι έχετε κερδίσει ένα εκατομμύριο ευρώ, αρκεί να βρεθείτε αύριο βράδυ στο χώρο του;
Ποια θα ήταν η απάντηση σας αν… ήξερε ένα μυστικό σας;
Ευχαριστούμε ιδιαιτέρως τον Άνθιμο Κατιρτζόγλου και τον Δημήτριο Χατζηθεοδοσίου για τη συνέντευξη που παραχώρησαν στη Σωφέρ καθώς και το Θέατρο Σοφούλη για τη θερμή φιλοξενία του.
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου
Μας ενδιαφέρει η γνώμη σας.